Του
Θεόδωρου Μαραγκού
Τόπος δίχως μνήμη
Ένας διευθυντής Γυμνασίου σε κάποια επαρχιακή πόλη(Βασίλης Διαμαντόπουλος), συντηρητικός ως γονέας και δάσκαλος και ταυτόχρονα σεβαστή προσωπικότητα στην τοπική κοινωνία. Μια σύζυγος και μητέρα ενάρετη(Άννα Μαντζουράνη), συμπονετική και ταυτόχρονα αδύναμη, σιωπηλός παρατηρητής. Ένας γιός που φθάνει άνεργος με πτυχία από την πρωτεύουσα(Κώστας Τσάκωνας) και κυκλοφορεί απονευρωμένος προσπαθώντας μουδιασμένα να κάνει τον πατέρα του να καταλάβει τι πήγε στραβά. Άλλος ένας γιός μικρότερος(Νίκος Καλογερόπουλος), ασύμβατος με τη κυριαρχία του φαίνεσθαι γύρω του, ο «τρελός» του χωριού και ο αλαφροΐσκιωτος που χορεύει και φωνάζει μόνος. Κι ένα χωριό, μια κοινωνία με τη σεβάσμια εκκλησία της, το Δήμαρχο της και τους αστυνομικούς της να παρακολουθούν φροντίζοντας να αποκρύπτουν την αλήθεια για έναν αριστερό αγωνιστή.
Πολύ απλά ο Θεόδωρος Μαραγκός με αυτή του την πολυβραβευμένη και κλασσική πλέον ταινία δεν επέδειξε ρόλους αλλά έθεσε μια για πάντα ενώπιον των θεατών σύμβολα και σχεδόν πολιτικο-κοινωνικά ταμπού σε πρώτο πλάνο ενώ έφερε (και φέρνει) μπροστά μας με ξεκάθαρα λόγια αυτό που δεκαετίες τώρα αποτελεί τον πυρήνα της Ελλάδας. Μια χώρα της οποίας η ταχύτητα δίνεται από την ημιμάθεια και την παρανοϊκή σχεδόν τάση για στρέβλωση των θεσμών και της ιστορίας φροντίζοντας πάντα να προστατεύει ασυνείδητα και ταυτόχρονα στρατηγικά, «θεμέλια» όπως η Οικογένεια, η Πατρίδα, η Τάξη.
Γυρισμένη το 1981 και ενταγμένη μέσα στο νεολιθικό ελληνικό ντεκόρ της μεταπολίτευσης, η ταινία μοιάζει να θέλει να μας δείξει τη στιβαρότητα του εγκλήματος που διαπράττει μια κοινωνία ξεχνώντας ανθρώπους, καταστάσεις, ενόχους και αγωνιστές μόνο και μόνο επειδή αποτελούσαν και αποτελούν μειονότητα ή εκφοβιστικοί. Ένα σκηνικό αγανάκτησης που δεν μοιάζει τόσο μακρινό από το δικό μας παρόν, εξαπολύοντας όμως το πιο δριμύ κατηγορώ όχι τόσο στους λεγόμενους Θεσμούς που έτσι κι αλλιώς λειτουργούν βάσει εξουσίας, αλλά στους πολίτες, στους μάρτυρες, στην πλειοψηφία που σιωπά.
Πριν τριάντα χρόνια ακριβώς η ταινία έδειξε το σχίσμα και το φόβο που έρεε ακόμη μέσα στην ελληνική παρακμή χωρίς ούτε στιγμή τελικά να διαφέρει από το δίπολο που και σήμερα, 2011, αποτελεί το ελληνικό φαινόμενο. Οι έχοντες και οι μη, «η μειοψηφία που αντιδρά απέναντι στην δημοκρατία που απειλείται», οι «τεμπέληδες» και οι «σωτήρες» που κάνουν την κραυγή και την οργή που αφήνει ο Ν. Καλογερόπουλος στην τελική σκηνή να είναι η οργή απέναντι σε όλους αυτούς που στο όνομα της ελευθερίας, της μόρφωσης, της διαφάνειας και της αξιοκρατίας στήνουν τη δική τους καλή, οικογενειακή, ελληνική φωλίτσα αφήνοντας τους άλλους απλώς… να φωνάζουν.
By Rory
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου