Όλοι μας έχουμε ανάγκη να χαλαρώνουμε, και ακόμη καλύτερα να αφήνουμε πράγματα κατά τα άλλα ανόητα, να αποτελούν για ελάχιστες στιγμές το επίκεντρο μας. Για τους «βαρείς» σινεφίλ υπάρχουν ενίοτε τέτοιες στιγμές όπου μπορούν πραγματικά να απολαύσουν με μια μικρή guiltypleasure ταινίες όπως η προτεινόμενη, αφήνοντας κρυφά να θυμηθούν στιγμές όπου πραγματικά οι προσδοκίες ήταν τρελές, οι ατάκες ή οι πράξεις ηλίθιες και η… αγάπη(όσο μελίρρυτο κι αν ακούγεται ή γράφεται αυτό!) ήταν ένα είδος προς τέρψη των νεανικών μας φαντασιώσεων. Ειδικά για το τελευταίο, ευτυχώς ο αμερικάνικος κινηματογράφος φροντίζει ανά περιόδους να πλασάρει κάποια αξιοπρεπή δουλειά που δεν αφήνει τους περισσότερους να σιχαθούν λέξεις όπως οι παραπάνω(βλ. 500 μέρες με τη Σάμερ και Αγάπη και άλλα ναρκωτικά).
Η ιστορία δεν έχει καινοτομίες. Η Έμιλυ(Μούρ) ανακοινώνει στον Κάλ(Καρέλ) πώς θέλει διαζύγιο, αυτός περιφέρεται με υπόγειο θυμό σε μπαρ και σαν κακόμοιρος δημοσιοποιεί την κατάντια του ώσπου αγανακτισμένος από αυτήν τηναντιαισθητική παρακμή, ένας από τους θαμώνες(Γκόσλινγκ) τον παραλαμβάνει με σκοπό να τον καταστήσει ως ανδρικό πρότυπο και ως εργένη δεύτερης γενιάς.
Ο πρώτος όντως θα γίνει περιζήτητος ενώ ο δεύτερος να ανακαλύψει πώς μόνο το κρεβάτι και ο υπέρμετρος ναρκισσισμός δε φτάνουν. Ακούγονται κλισέ αλλά είναι οι πρωταγωνιστές και οι διακριτική παρουσίαση των χαρακτήρων που αφήνουν την ταινία να κυλήσει ως το αποκαλυπτικό φινάλε.
To αξιοζήλευτο καστ, οι deadpanεκφράσεις του Καρέλ(σπεύσατε να τον απολαύσετε στο LittleMissSunshine) καταφέρνουν και κάνουν την ταινία να μιλάει με απλά λόγια και συμπαθητικό τεχνητό ρεαλισμό για τον έρωτα ως ενέργεια και πηγή αλλαγών. Μια ενέργεια χωρίς taboo, που παραμένει το μοναδικό δικαίωμα στη βλακεία ή στην προσπάθεια ως η απόλυτη μηχανή αναζήτησης. Για τους ήρωες παρουσιάζεται ως μονόδρομος μα και πάλι παραμένει η μόνη αυτοδιαχειρήσιμη προσωπική επιλογή, χωρίς όρια παρά μόνο με την άνεση που φέρνει το συναίσθημα. Εξάλλου όποιος ή όποια κι αν είναι αυτοί με τους οποίους ερωτευόμαστε μας ανήκουν για λίγο έτσι κι αλλιώς! Οι σχέσεις έχουν κλισέ, όπως και η πορεία τους μα ποτέ σχεδόν η αρχή τους. Το μόνο κακό με την ταινία είναι ότι πουθενά κανείς άνδρας δεν πρόκειται να βρεί ένα Τόσο Τέλειο μπαρ γεμάτο μονό με Τέλειες γυναίκες, κι αυτό είναι κάτι που χαλάει την οικειότητα του θεατή!!!
Βασισμένη σε ένα από τα πλέον δημοφιλή και πολυδιαβασμένα μυθιστορήματα των τελευταίων ετών – το ημι-αυτοβιογραφικό best-seller «The Help» της Kathryn Stockett, η ταινία πραγματεύεται την ιστορία μιας επίδοξης συγγραφέως και δημοσιογράφου, η οποία αποφασίζει να πάρει συνεντεύξεις από τις μαύρες υπηρέτριες που εργάζονται σε σπίτια λευκών αστικών οικογενειών και να γράψει ένα βιβλίο με τις εμπειρίες τους και τα συναισθήματά τους. Σε μια εποχή που οι μαύροι δεν είχαν δικαίωμα άποψης και λόγου, η ηρωίδα ρισκάρει προσπαθώντας να πείσει τις γυναίκες να εκφράσουν αυτά που ένιωθαν. Οι ηρωίδες του «The Help» ενσαρκώνουν τον αγώνα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων μέσα από τις προσωπικές τους ιστορίες και το λόγο τους. Ακόμα κι αν ο μαύρος πληθυσμός της Αμερικής ξέρει καλά τι πέρασαν οι πρόγονοί του, αυτές οι ταινίες δίνουν την ευκαιρία στο λευκό κοινό να ταυτιστεί συναισθηματικά με τους μαύρους πρωταγωνιστές και να νιώσει ως ένα βαθμό πώς ήταν η ζωή των μαύρων ακόμα και μετά την οριστική κατάργηση της δουλείας.
O Mr. Freeman είναι ένα Ρώσικο animation που γεννήθηκε στο διαδίκτυο στις 21 Σεπτεμβρίου του 2009, με πρώτο του βίντεο το «Είμαι Αληθινός». Ουσιαστικά είναι μια σειρά από βίντεο μονολόγων τα οποία χαρακτηρίζονται από την γρήγορη ομιλία και την εναλλαγή σκηνικών. Ευτυχώς κάποιοι τα μετέφρασαν και στα Ελληνικά οπότε έχουμε την δυνατότητα να τα απολαύσουμε κι εμείς. Ακολουθεί ένα μικρό δείγμα:
Ο Τομ Κρουζ σε εξαιρετική φόρμα, ξαναχτυπά με ένα από τα γνωστά 'one-man-show' του στο ρόλο του πράκτορα Ίθαν Χαντ για να συνεχίσει το πολύ επιτυχημένο franchise των Επικίνδυνων Αποστολών, έχοντας στο πλευρό του, μεταξύ άλλων, τους Τζέρεμι Ρένερ και Σάιμον Πεγκ. Ακόμα συναρπαστικότερη δράση, πολλές εξωτικές τοποθεσίες και μοναδικά stunts που κόβουν την ανάσα με τον βραβευμένο δύο φορές με Όσκαρ Μπραντ Μπερντ στη σκηνοθεσία και στην παραγωγή τη σύμπραξη-σίκουελ των Τομ Κρουζ και Τζέι Τζέι Έιμπραμς. Έχοντας κατηγορηθεί για μια βομβιστική, τρομοκρατική επίθεση στο Κρεμλίνο, ο πράκτορας της IMF Ίθαν Χαντ και η ομάδα του αποκηρρύσονται με τον Πρόεδρο να θέτει σε εφαρμογή το Πρωτόκολλο Φάντασμα. Μη έχοντας πηγές ή όποια άλλη υποστήριξη ο Ίθαν πρέπει αφενός να αποκαταστήσει το όνομα της ομάδας του και αφετέρου να αποτρέψει μια νέα επίθεση. Έτσι, ο Ίθαν ξεκινά άλλη μια επικίνδυνη αποστολή έχοντας στο πλευρό του και κάποιους άλλους επικηρυγμένους από την IMF, των οποίων τα κίνητρα δεν είναι και τόσο αθώα...
Αρκετοί το θεωρούν ως το βρετανικό «American Pie»,το οποίο βρέθηκε στην κορυφή του box-office, και ήδη αποτελεί μια από τις πιο επιτυχημένες βρετανικές ταινίες των τελευταίων ετών...
Πριν ακόμα κυκλοφορήσει σε DVD βρέθηκε στην κορυφή των πιο δημοφιλών ''πειρατικών'' ταινιών σε πολλά sites όπως το Piratebay, με εκατοντάδες χιλιάδες downloads...
Το «The Inbetweeners» αποτελεί ουσιαστικά τη μεταφορά στη μεγάλη οθόνη της επιτυχημένης ομότιτλης βρετανικής σειράς του Channel 4 που προβάλλεται από το 2008.
Οι πρωταγωνιστές της ταινίας, 4 νεαροί φίλοι, ταξιδεύουν για διακοπές χωρίς τους γονείς τους και επισκέπτονται τη χώρα μας για να ξεφαντώσουν, αλλά και να μπλέξουν σε ξεκαρδιστικές περιπέτειες.
Και βρίσκονται βέβαια στα πανέμορφα, όπως λένε και οι ίδιοι Μάλια της Κρήτης, όπου ζούν έντονες διακοπές...
Βέβαια η απεικόνιση της χώρας μας δεν είναι πάντα και η πιο θετική, καθώς στην ταινία μένουν σε ένα άθλιο ξενοδοχείο ενώ προβάλεται κυρίως η "άγρια διασκέδαση" στα Μάλια...
Παρόλ΄αυτά η επιτυχία της ταινίας οδήγησε πολλούς Βρετανούς να περάσουν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στην Κρήτη...
Τώρα που καταλάγιασε όλος ο θόρυβος για την ίσως πιο αναμενόμενη ταινία της περσινής χρονιάς και ταυτόχρονα της πιο αμφιλεγόμενης για πολλούς, μπορούμε να αφεθούμε μέσα από την ιδιωτική μας βλέψη στον κινηματογραφικό αυτό άθλο των 140 λεπτών, του δημιουργού Τέρενς Μάλικ.
Ο φετινός Χρυσός Φοίνικας δε δόθηκε άδικα στην ποίηση, και δε δόθηκε στο Δέντρο της Ζωής μόνο για το αινιγματικό και πάντα φερέλπιδο εκτόπισμα που κουβαλάει εδώ και τέσσερεις δεκαετίες ο Μάλικ, όπως πολλοί καταλόγισαν στην επιτροπή. Οι θεατές και περισσότερο οι κριτικοί περίμεναν πάντα πολλά από τον σκηνοθέτη, σχεδόν περισσότερα ως απόδειξη της καλλιτεχνικής του αξίας, ενώ έμοιαζε ως ένα σημείο λόγω της μυστικότητα που περιέκλεισε την παραγωγή, όλοι να ασχολούνται περισσότερο με τους συντελεστές παρά με την ίδια την ταινία όταν τελικά αυτή παρουσιάστηκε στο ευρύ κοινό. Λόγω της εκτίμησης που φέρει ο συγκεκριμένος δημιουργός φάνηκαν με έναν τρόπο απόλυτο οι απαιτήσεις που υπήρχαν απέναντι στο όνομα του και όχι στα μέσα που χρειάζεται και διαλέγει αυτός κάθε φορά, κάνοντας τελικά την επιμονή του σε αυτήν την πιο προσωπική μάλλον ταινία που έκανε ποτέ, να βγαίνει νικήτρια μιας και αυτή είναι τελικά πολλά παραπάνω από όσα ήθελαν οι κριτικοί και οι περφεξιονιστές της γραμμικής αφήγησης.
Ο Μάλικ δεν παίρνει τη ζωή από την αρχή, ούτε μοιάζει αυτή να οδηγείται σε ένα τέλος. Ο σκηνοθέτης βουτάει μέσα στην ροή του κόσμου και του χρόνου αφηγούμενος ταυτόχρονα την σύνδεση των πραγμάτων που υπήρχαν πριν από εμάς και μυστικά συνεχίζουν μέσα μας. Η οικογένεια δεν παρουσιάζεται απλώς ως μια πολιτισμική παράδοση αλλά ως ένα μαύρο κουτί που μέσα του όλα τα πρόσωπα κουβαλούν το καθένα στοιχεία που πάντα ενυπήρχαν στο κόσμο. Η αγριότητα, η σκληρότητα, η αρμονία και η απόλυτη μοναξιά. Το φαινομενικά ατέλειωτο σύμπαν που σε ανθρώπινα πλαίσια δεν είναι άλλο από την παιδική ηλικία και τις αναταράξεις της εφηβείας όταν όλα γύρω φαίνονται απειλητικά και ταυτόχρονα τρυφερά, η εικόνα της μητέρας που περιθάλπει μέσα σε μια αφέλεια και ο πατέρας που συμβολίζει όλες τις απαιτήσεις του κόσμου που πια αρχίζει και γίνεται σχήμα, λογική, συμφωνία, Ηλικία.
Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί στοιχεία ντοκιμαντέρ (με τα ειδικά εφέ να έχει αναλάβει ο DouglasTrumbull, υπεύθυνος για τα εφέ του 2001:Οδύσσεια του Διαστήματος) μόνο και μόνο για να αφήσει τον θεατή να βιώσει την απόδειξη, τη δική του πεποίθηση πώς ο κόσμος έφτασε ως εδώ για να αρχίσει να γερνά, να φθείρεται μέσα σε τετραγωνικά μέτρα και ανθρώπινες πληγές, μέσα στην λήθη των στιγμών που οι ήρωες του έζησαν ίσως τις πιο γεμάτες ώρες τους ως παιδιά που εξερευνούσαν ένα φύλλο, ένα γυναικείο νυχτικό, τους ίδιους τους γονείς που από εξιδανικευμένες μορφές μετατρέπονταν σε εκλογικευμένους ρόλους.
O ίδιος ο SeanPenn παραδέχτηκε σε συνέντευξη πώς δεν έχει καταλάβει ακόμη το ρόλο του στην ταινία και αυτό είναι που τελικά επεδίωξε ο Μάλικ. Την αβεβαιότητα ενός σύγχρονου πια ανθρώπου που άγεται και φέρεται μέσα στα γυάλινα κτίρια του εξελιγμένου κόσμου, στην στειρότητα ενός ακριβού σπιτιού, στην αβεβαιότητα μακριά από την παιδική ηλικία και στα χαμένα πρόσωπα που τόσο θέλει να γυρίσει ο ήρωας.
Το Δέντρο της Ζωής είναι μια ταινία για το σινεμά, φτιάχτηκε για αυτό και λειτουργεί πίσω από το λευκό πανί, μέσα στο σκοτάδι της αίθουσας και του χώρου, πατώντας πάνω στα λόγια του ποιητή Άλλεν Γκίνσμπεργκ:
[..]Η ποίηση είναι εκείνη η ώρα της νύχτας, ξαπλωμένος στο κρεβάτι, να σκέφτεσαι πραγματικά αυτό που σκέφτεσαι, κάνοντας τον ιδιωτικό κόσμο δημόσιο.
Η Νέα Κινηματογραφική Λέσχη Ηρακλείου προβάλει σήμερα 12/12/2011 σε 2 προβολές (20.30 και 22.30) στον κινηματογράφο Βιτσέντζο Κορνάρο την ταινία «Casablanca».
Στην Καζαμπλάνκα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ένας Αμερικανός συναντά την παλιά του αγαπημένη, παντρεμένη τώρα με έναν άλλον, η οποία χρειάζεται τη βοήθειά του για να διαφύγει από τη χώρα.
Πρωταγωνιστούν: Humphrey Bogart, Ingrid Bergman, Paul Henreid
Ο Μπραντ Πιτ αναλαμβάνει έναν ακόμη ρόλο οσκαρικού προφίλ, σε ένα πολλά υποσχόμενο αθλητικό δράμα, το οποίο βασίζεται στο εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα best seller «Moneyball: The Art of Winning an Unfair Game» του Μάικλ Λιούις. Σκηνοθετημένο από τον Μπένετ Μίλερ (οσκαρική υποψηφιότητα για το «Capote» του 2005) και με τον Άαρον Σόρκιν (Όσκαρ Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου για τη δουλειά του στο «The Social Network») να υπογράφει την τελική εκδοχή του σεναρίου, το «Moneyball» αναμένεται να προκαλέσει αίσθηση.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ο Μπίλι Μπιν, πρώην επαγγελματίας παίχτης του baseball, αναλαμβάνει το πόστο του μάνατζερ της ομάδας Όκλαντ Αθλέτικς, σε μια περίοδο που οι ιδιοκτήτες της αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές δυσκολίες. Η απόφασή τους να προβούν σε σημαντικότατες περικοπές στο μπάτζετ, τον ωθεί σε μια απόφαση, η οποία έμελλε να αλλάξει δια παντός τους κανόνες του παιχνιδιού. Ο Μπιν προσλαμβάνει τον Πίτερ Μπραντ, έναν ιδιοφυή οικονομικό αναλυτή, με τη βοήθεια του οποίου θέτουν σε εφαρμογή ένα επαναστατικό πρόγραμμα μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, που τους βοηθά να στελεχώσουν την ομάδα με τους καταλληλότερους παίχτες, φροντίζοντας παράλληλα να παραμείνουν εντός μπάτζετ. Άραγε θα φέρει αποτελέσματα, αυτό το παράτολμο σχέδιο;
Η Νέα Κινηματογραφική Λέσχη Ηρακλείου προβάλει σήμερα 5/12/2011 σε 2 προβολές (20.30 και 22.30) στον κινηματογράφο Βιτσέντζο Κορνάρο την ταινία «Τεύχος Σεπτεμβρίου».
Η Vogue εκδίδεται από το 1892 και σήμερα αποτελεί το περιοδικό με τη μεγαλύτερη επιρροή στον χώρο της μόδας, κυρίως λόγω της διευθύντριας της αμερικανικής έκδοσης, Άννας Γουίντουρ, ικανής να καθορίζει την τύχη μιας κολεξιόν με μια της υπόδειξη. Με πρόσβαση στο εσωτερικό του περιοδικού, το ντοκιμαντέρ μιλάει με τη Γουίντουρ, και την ακολουθεί καταγράφοντας την προετοιμασία του τεύχους Σεπτεμβρίου του 2007, που αποτελείτο από 840 σελίδες, ζύγιζε περίπου 2,5 κιλά και πούλησε 13.000.000 αντίτυπα μόνο στις Η.Π.Α. Ένα πορτρέτο δημιουργικότητας, λάμψης και εξουσίας, για τη γυναίκα που αποτέλεσε το πρότυπο για τη Μέριλ Στριπ στο «Ο διάβολος φοράει Prada».
Η Σιμίν θέλει να φύγει. Ο Ναντέρ είναι δέσμιος του άρρωστου πατέρα του και δε θέλει να τον αφήσει μόνο. Έτσι χωρίζονται, και η κόρη τους, ελπίζοντας να γυρίσει γρήγορα η μητέρα της, μένει προσωρινά με τον Ναντέρ. Ανήμπορος να φροντίσει τον γέρο πατέρα του, ο Ναντέρ προσλαμβάνει μία γυναίκα για να τον περιποιείται. Αυτό που δεν ήξερε είναι ότι αυτή η γυναίκα δούλευε χωρίς την άδεια του συζύγου της και ότι ήταν έγκυος. Ή μήπως το ʼξερε; Χωρίς να το καταλάβει ο Ναντέρ αιχμαλωτίζεται σε έναν ιστό από ψέματα και κοινωνικές αντιδικίες που καταστρέφουν τη ζωή, τα όνειρά του αλλά και την εικόνα του στα μάτια της κόρης του.
Κατευθείαν από την δημιουργική «πυριτιδαποθήκη» της Ευρώπης, το 2009 αυτή η ταινία αποτέλεσε ξαφνικό blockbusterσε πολλές χώρες δείχνοντας για άλλη μια φορά γιατί τα τελευταία χρόνια το Hollywood προτιμάει σενάρια και ιδέες από τη Γηραιά Ήπειρο προς τέρψιν σκηνοθετών και σεναριογράφων που είναι σε απονεύρωση.
H ιστορία ξεκινά όταν ο νεοπροσληφθής ως φύλακας Juan (AlbertoAmmann) ξυπνάει τραυματισμένος και αφημένος σε ένα άδειο κελί ύστερα από το ξαφνικό ξέσπασμα των κρατουμένων στο αφιλόξενο και παθογόνο περιβάλλον μιας φυλακής υψίστης ασφαλείας στην Ισπανία. Όντας ο μοναδικός από το προσωπικό που είναι άγνωστος στους τροφίμους θα κληθεί να βρει άμεσα έναν τρόπο να επιβιώσει ανάμεσα τους παριστάνοντας κι αυτός τον κρατούμενο. Απέναντι του θα υπάρξει ένα χάος από οργισμένα μυαλά και σώματα με επίκεντρο την δογματική μορφή του Malamadre(ένας αψεγάδιαστος LuisTosarσε ένα ερμηνευτικό tourdeforce που του χάρισε το Goyaκαλύτερου ανδρικού ρόλου)που δείχνει να κινεί τα αντιστασιακά και επιθετικά νήματα απέναντι στην ιδρυματική εξουσία.
Όσο περνάνε οι ώρες ο Juanθα δοκιμαστεί ενεργά σε βίαιες συγκρούσεις περνώντας από το ρόλο του ύποπτου σε αυτόν του έμπιστου καθώς έξω η αστυνομία χτίζει μια άλλη «φυλακή», γεμάτη βία πάνω στους συγγενείς των φυλακισμένων, δημιουργώντας ταυτόχρονα μια εκρηξιγενή κατάσταση που θα στοιχήσει στον Juanκάτι από την προσωπική του ζωή. Τότε είναι που ο ίδιος θα πρέπει να διαλέξει τελικά στρατόπεδο.
Ο Monzónδε ξεφεύγει από τα περιγραφικά κλισέ μιας έγκλειστης κοινότητας κι αυτό γιατί στόχος του είναι να χρησιμοποιήσει τα ερμηνευτικά υλικά των πρωταγωνιστών του καταφέρνοντας να αναδείξει το κρυφό αυτονόητο της ανθρώπινης φύσης: το ένστικτο που οδηγεί στην επιβίωση αλλά και στην οργή απέναντι σε ο,τι μας στερεί την ελευθερία, είτε αυτή λέγεται πολιτικά δικαιώματα είτε λέγεται οικογένεια. Σίγουρα δεν γίνεται προσπάθεια να ταυτιστεί ο θεατής με τους φυλακισμένους, ούτε με το δίκιο τους. Αυτό που αφήνει ο σκηνοθέτης να ταυτιστούμε, να βιώσουμε, είναι η προσαρμοστικότητα ενός ομαλού μυαλού στο χάος και στο άδικο που κατασκευάζει η εξουσία μιας φυλακής, μιας κοινωνίας, όταν αυτή δεν έχει ψυχραιμία και όταν στρέφεται εναντίον όλων προς εξασφάλιση ελέγχου.
Ο Juanείναι η στάση που παίρνει ο σκηνοθέτης απέναντι σε όλους εμάς, τους φαινομενικά ήσυχους ανθρώπους, τους politicalcorrect που αφήνουμε τα πάντα να έρχονται πάνω μας μέχρι τη στιγμή που αγγίζουν μια πολύ ευαίσθητη χορδή, τη στιγμή που η κοινωνιολογία των κανόνων και της ηθικής αφήνει χώρο στην αγανάκτηση και τη ροπή προς το μίσος, βγαίνοντας από το κελί μας.
Δυνατά πλάνα και κυνική κινηματογράφηση σε αυτή τη βραβευμένη με 8 βραβεία Goyaταινία, που ίσως θα ζήλευε την τραχύτητα και το συμβολισμό της ο «στρογγυλοποιημένος» τώρα πια, DavidFincher.